«Του έσπασα το χέρι για να με αφήσει»: Η μέρα που ο Τζόρνταν έπρεπε να διαλέξει αν θα πεθάνει ο ίδιος ή ο κολλητός του!

0

Aπό τότε που κουράστηκα να ψάχνω, έμαθα να βρίσκω. Κι από τότε που ο άνεμος μου εναντιώθηκε, έμαθα να σαλπάρω με όλους τους ανέμους».

Είναι άγνωστο αν ο Μάικλ Τζόρνταν είχε διαβάσει ποτέ του Φρίντριχ Νίτσε, στο φιλοσοφείν ωστόσο απέδειξε με το βίο του ότι οι ατάκες που ξεστόμισε κατά καιρούς δεν ήταν προϊόντα της μεγαλομανίας του, αλλά αποστάγματα της πνευματικής και σωματικής υπέρβασης που χρειάστηκε για να φτάσει στην κορυφή.

«Τα εμπόδια δεν πρέπει να σε σταματούν. Αν τρέξεις και πέσεις σε ένα τοίχο, μην γυρίσεις πίσω και το βάλεις κάτω. Βρες πως θα μπορέσεις να σκαρφαλώσεις. Nα περάσεις μέσα από αυτόν, ή να πας γύρω του», ήταν μία από αυτές – η δική του ερμηνεία για την επιμονή, την αφοσίωση στο στόχο και τη σφυρηλάτηση του χαρακτήρα μέσα από τις δυσκολίες.

Και στην περίπτωση του Μάικλ Τζόρνταν οι δυσκολίες δεν ήταν καθόλου λίγες από την παιδική κιόλας ηλικία.

«Είναι αγόρι κύριε, αλλά πρέπει να περιμένετε γιατί το μωρό αιμορραγεί από τη μύτη», είπε μια νοσοκόμα στον Τζέιμς Ρέιμοντ Τζόρνταν, μετά τον τοκετό της συζύγου του, Ντελόρις και τη γέννηση του τέταρτου παιδιού τους.

Το βρέφος είχε σωρευμένη βλέννα στους πνεύμονες, ένα είδος άτυπης πνευμονίας και μεταφέρθηκε επειγόντως στην εντατική. Η αιμορραγία δεν σταματούσε, αλλά προς έκπληξη των γιατρών το νεογέννητο ξεπέρασε πολύ γρήγορα την περιπέτεια και έμεινε μόνο τρεις ημέρες στο μαιευτήριο.

Η φαινομενική ανάκαμψη χωρίς τεχνητά μέσα, αποδόθηκε στον προπάππου του μικρού, Ντόουσον, που είχε τη φήμη του «αλύγιστου», έχοντας ξεπεράσει δεκάδες αρρώστιες και κακουχίες στις αρχές του 20ου αιώνα, μεταξύ των οποίων και την ασθένεια των μαύρων, όπως αποκαλούσαν τότε τη φυματίωση.

Μεγαλώνοντας, ο μικρός Μάικλ δεν ήταν αυτό που λέμε ένα υγιέστατο παιδί. Αιμορραγούσε από τη μύτη πολύ συχνά μέχρι την ηλικία των πέντε, εξακολουθώντας να πάσχει από ρινορραγία. Όταν έκανε αθλητισμό ήταν αναγκασμένος να λαμβάνει ειδική αγωγή για να ενδυναμώσει τα αγγεία της μύτης του.

Και όταν ήταν δύο ετών λίγο έλειψε να πεθάνει από ηλεκτροπληξία. Έχοντας διαφύγει της προσοχής των γονιών του, άρπαξε τα καλώδια που είχε συνδέσει ο πατέρας του στην πίσω αυλή του σπιτιού και χτυπήθηκε από το ρεύμα, που τον πέταξε δύο μέτρα πίσω.

Η χειρότερη εμπειρία της παιδικής ηλικίας του όμως ήταν αφότου έκλεισε τα εφτά. Ήταν το καλοκαίρι του 1970 που ένα τραγικό συμβάν σημάδεψε τα χρόνια της αθωότητας του και άφησε κατάλοιπα στο υπόλοιπο της ζωής του.

Ο Μάικλ κολυμπούσε στη θάλασσα με ένα φίλο του, ο οποίος κάποια στιγμή πανικοβλήθηκε από κάποια μεγάλα κύματα και παρασύρθηκε από τα ρεύματα. Το παιδί προσπάθησε να κρατηθεί από τον Τζόρνταν, αλλά αυτός ήταν αδύνατο να πάει κόντρα στη δύναμη του νερού και ένιωσε να παρασύρεται μαζί του. Τότε αντιλήφθηκε ότι η μοναδική επιλογή του ήταν να τον σπρώξει μακριά για να σωθεί ο ίδιος.

«Σχεδόν του έσπασα το χέρι για να με αφήσει. Θα με έπαιρνε μαζί του», έχει εξομολογηθεί στην αυτοβιογραφία του ο Τζόρνταν. Ο φίλος του τελικά πνίγηκε – αυτό ήταν το μεγαλύτερο τραύμα της παιδικής ηλικίας του. «Όλοι φοβούνται κάτι. Εγώ δεν μπλέκω με το νερό πια», είπε πολλά χρόνια αργότερα ο MJ, ο οποίος επί σειρά ετών μισούσε τη θάλασσα και την απέφευγε με κάθε τρόπο.

Προϊόντος του χρόνου κατάφερε να ξεπεράσει σε μεγάλο βαθμό την φοβία του, ωστόσο ακόμα και σήμερα παραδέχεται ότι δεν αισθάνεται άνετα όταν βρίσκεται σε μικρά σκάφη.

Αυτή ήταν η φορά που έφτασε πιο κοντά από ποτέ στο θάνατο. Όταν ήταν 30 ετών, τον βίωσε στο πετσί του με τη δολοφονία του πατέρα του. Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο Τζόρνταν αποχώρησε προσωρινά από το μπάσκετ και επέστρεψε πιο δυνατός για να αφιερώσει στον ουρανό άλλα τρία δαχτυλίδια πρωταθλητή.

Προφανώς, γιατί είχε μάθει από μικρός να σαλπάρει με όλους τους ανέμους…

 

«Του έσπασα το χέρι για να με αφήσει»: Η μέρα που ο Τζόρνταν έπρεπε να διαλέξει αν θα πεθάνει ο ίδιος ή ο κολλητός του

Coffee House